Κυριακή 2 Μαρτίου 2014

Φεύγω, Φεύγεις, Φέυγει

Ίσως και απο πριν να ήταν άλλου. Ίσως ποτέ κανείς να μην ήταν εδώ. Εδώ που είμαι εγώ. Εκεί που είσαι εσύ. Το λέει άλλωστε και η απαγορευτική αρχή του Pauli (ποιητική αδεία εκφρασμένο). Δύο άτομα δεν μπορούν να καταλαμβάνουν ποτέ τον ίδιο χώρο. Την ίδια χώρα. Καιρός μας ήταν λοιπόν. Να σκορπίσουμε. Αλλά και αυτοί που μένουν... σκόρπιοι μου φαίνονται. Σαν να ήταν όλα μια απάτη. Τελείωσε το πάρτυ και οι καλεσμένοι φέυγουν. Σκάσαν τα ματ στην διαδήλωση και οι διαδηλωτές σκορπίζουν. Το καράβι βουλιάζει και τα ποντίκια πέφτουν στη θάλασσα. Και αυτά που δε ξέρουν κολύμπι προσεύχονται στο θεό η τρώγονται μεταξύ τους... και άλλα πάλι, απλά δεν έχουν καταλάβει τίποτα. Όμως... ούτε και αυτές οι παρομοιώσεις μου λένε τίποτα... μου μοιάζουν όλα κλισέ, δε μπορούν να εκφράσουν με λόγια μια αλήθεια που τη πνίγει το συναίσθημα του καθενός, η μαλακία που τον δέρνει και χίλια δυο ατομικά κολλήματα/προβλήματα... εκατομμύρια εγκεφαλικές συνάψεις. Είναι η Ζωή του καθ' ενός που...

ακούγονται πολλά. Έπεσε ένας ιπποπόταμος μέσα στο σαλόνι μας απο το πουθενά. Και ο ένας είδε το Χριστό, ο άλλος τον Λεωνίδα με τους 300 και ο τρίτος τη Τζούλια. Ιπποπόταμος, υποκριτής, performer. Το φαινόμενο είναι πολύπλοκο αποφάνθηκαν οι ειδικοί. Και πάλι εμπιστευτήκαμε τους ειδικούς για να μας το εξηγήσουν. Να το λύσουν. Αφεθήκαμε στα σίγουρα χέρια τους. (τα χέρια που μας έφτασαν ως εδώ)


Δε πιστεύω τίποτα απ' ότι λένε. Δε ξέρω τίποτα και δε θέλω να μάθω τίποτα. Στη τελική δε θέλω να μιλήσω για αυτή τη... να τη πω τη λέξη!! Τη ΚΡΙΣΗ.
Με ανησυχεί η ερμηνεία της... που άλλα λέμε και άλλα καταλαβαίνουμε... που δε καταλαβαίνουμε. Που δε καταλαβαίνουμε...

Έχω καιρό να γράψω και τώρα με δυσκολία μου βγαίνει. Νομίζω πως το καλύτερο που έχω να κάνω θα ήταν να διαβάσω τα δύο βιβλία του Βιτγκενστάιν που κατέβασα απο το internet. Είναι στα Αγγλικά, μετάφραση απο τα Γερμανικά.

Σύντομα θα πεινάσουμε (και άλλο). Ίπταται απο πάνω μας η απειλή, η βίτσα. Ο φόβος.

Διασπάτε η σκέψη. Επιμένω.

Φεύγω φεύγεις φεύγει.

Μα ήμασταν ποτέ χώρα; Τι κοινό έχουμε; πέρα ίσως απο ένα άσβεστο μίσος, ο ένας για τη χαρά του άλλου!

Λένε... η κρίση είναι ευκαιρία να διορθωθούμε... τους μισώ αυτούς που το λένε αυτό. Θέλω να αρρωστήσουν, η να σπάσουν το πόδι τους. Οπωσδήποτε να σπάσουν το πόδι τους.
Λένε... ότι φταίξαμε, κάναμε πολλά στραβά, μάθαμε λάθος... και αυτούς τους μισώ, και αυτών το πόδι να σπάσει.
Λένε... φταίνε οι σκάρτοι πολιτικοί. Ομοίως και σε αυτούς.

τόσα κλισέ, τόσες ταυτολογίες. Μια ζωή ταυτολογίες και κλισέ.

Μικρός ακόμα και η χώρα έμπαινε στο τούνελ που θα οδηγούσε στη πρόοδο (για αυτούς που θυμούνται)  και μετά η Ε.Ε. , ΟΝΕ, και δε συμμαζεύεται. Και πάντα ένας εθνικός στόχος να κοιμίζει τις μάζες μέχρι που φτάσαμε ο στόχος να είναι η ίδια η σωτηρία. Εκκλησιαστικός στόχος. Δε μπορείς να σκεφτείς κάτι καλύτερο. Με αυτό σε τσακώνουν for sure. Τέτοια οντολογική συγχώνευση θρησκείας και πολιτικής δε τη περίμενα. Ο Μεσσιανισμός σε όλο του το μεγαλείο.

Τόσα χρόνια λοιπόν ζούσα στην ηλιόλουστη χώρα των τεμπέληδων και των χαραμοφάηδων! Με έχουν σχεδόν πείσει. Δεν εξηγείται αλλιώς. Και θα σου πει και ο άλλος... Τον βλέπεις αυτόν... έχει κάνει αυτό και εκείνο, έφαγε απο εκεί και απο εκεί. Τόσα χρόνια λοιπόν ζούσα στην ηλιόλουστη χώρα των λαμογιών και των απατεώνων! Και η μάνα μου και η γιαγιά μου... η Θεία μου, ο πατέρας... απατεώνες, λαμόγια, βολεμένοι! Και ο παππούς που βγήκε στο βουνό και αυτός βολεμένος????
πάντα είμαστε έτοιμοι να δείξουμε κάποιον άλλον, ή ακόμα και τον εαυτό μας (δε ξέρω αν έχει μεγάλη διαφορά...) Αρκεί αυτός ο άλλος να είναι εύκολος στόχος. Τους ισχυρούς όλοι τους φοβούνται.

Το γεγονός παραμένει πως εγώ διαφωνώ με όλους σας. Τι είπες; Διαφωνώ. Και με σένα και με σένα και με σένα.

Με συντρίβει όλη αυτή η πεζή σκέψη γύρω μου. Όλη αυτή η μοιρολατρία.  Μακάρι να έβγαινε ένας και να έλεγε φταίνε οι πελαργοί. Θα τον λάτρευα αυτόν τον άνθρωπο. Εμπρός λοιπόν ας σκοτώσουμε τους πελαργούς.  Φταίνε... οι Πινκ Φλόυντ. Φωτιά στους δίσκους τους. Φταίει ο Ερμής (ο πλανήτης). Καταραμένε Ερμή, απαγορεύουμε τα ταξίδια στον Ερμή... να μαζευτούμε ένα βράδυ να μουντζώσουμε όλοι μαζί τον Ερμή... Και το κιουριοσιτι. Το κιουριόσιτι στον Άρη. Να γυρίσει αμέσως πίσω και αυτό.
Οι άγριοι παλιά... συμφωνήσαν να πετάνε τις παρθένες στο ηφαίστειο. Τέλεια. Για την κοινότητα τους ήταν ένα υπέροχο happening. Αν μη τι άλλο ήταν μια συνήθεια που ευνοούσε το σεξ.

ξεφεύγω πάλι μα θυμάμαι πριν λίγο καιρό έκανα τις εξής σκέψεις:
Στη συνέλευση του σωματείου μαζευτήκαμε πάλι, εμείς και εμείς. Εμείς και εμείς… τόσο ποιοτικά όσο και ποσοτικά.  Σχεδόν οι ίδιες ακριβώς φάτσες, το οποίο φυσικά δεν είναι a priori κατακριτέο μιας και δεν έρχεται και κάποιος άλλος, αλλά σίγουρα ενδεικτικό μια γενικότερης κατάστασης μουδιάσματος και ατονίας. Σχεδόν παραίτησης. Στη συνέλευση λοιπόν ήταν παρόν όλα τα «αριστερά» μαγαζάκια. Μαγαζάκια όρος σκωπτικός που χρησιμοποιώ στη θέση του όρου παρατάξεις, για να κάνω το κείμενο πιο τρέντυ και κυνικό. Πιο πιασάρικο για τα σύγχρονα απολιτίκ αυτάκια. Στις μέρες μας ο κυνισμός είναι τόσο τρέντυ. Ίσως και δικαιολογημένα.
Κάθε παράταξη με τη σειρά της η κάθε μια, απέδειξε την ορθότητα και καθαρότητα της δικής της ιδεολογικής πλατφόρμας και πρακτικής, καθώς φυσικά και την αηδιαστική, ρεφορμιστική φύση της μισητής αντίπαλης και ύστερα, σαφώς αυτοϊκανοποιημένη από τα απανωτά παθιασμένα χειροκροτήματα των οπαδών της (όπως καταδείκνυε το πρόστυχο μειδίαμα του εκάστοτε ομιλητή μετά τη λήξη της αγόρευσης του, τύπου: τώρα μουνιά σας γόμησα, δεν έχετε τι να πείτε, ποιος Λένιν και μαλακίες!) πρότεινε… πρότεινε…  ορίστε… δε θυμάμαι… Ααα. Πρότεινε πράξεις και δράσεις τόσο κοινότοπες, γενικόλογες, βαρετές και αδιάφορες που ούτε τις θυμάμαι.
Π.χ. Αν λέω… Λέω αν, μία παράταξη πρότεινε την ομαδική μας αυτοκτονία μέσω αυνανισμού μέχρι τελικής πτώσεως, ως ένδειξη διαμαρτυρίας έξω από τη Βουλή ή ίσως το σπίτι της Αθηνάς Τσαγγάρη (Αθηνά Τσαγγάρη: Καλλιτέχνης) σίγουρα θα το θυμόμουνα και πιθανότατα να ψήφιζα και υπέρ. Τέλος πάντων μια τέτοια μαγική παράταξη με τέτοιο υπέροχο πλαίσιο δεν εμφανίστηκε ποτέ και αναγκαστικά ψήφισα το μαγαζί της αρεσκείας μου από τα υπάρχοντα.
Εντούτοις μετά τη λήξη του τελετουργικού και ενώ διάφοροι γνωστοί και φίλοι συνέχισαν ράθυμα τη βραδιά τους σε ρακομελάδικα και ουζερί της περιοχής, εξακολουθούσε να με απασχολεί η έννοια του αυνανισμού. Αυτό το γενικότερο ξόδεμα της ζωής μου. Πήγα να γράψω ‘ζωής μας’, αλλά σκέφτηκα πως ίσως ο πληθυντικός να σας ενοχλούσε οπότε θα περιοριστώ στον εαυτό μου θεωρώντας πως μόνο εγώ ξοδεύομαι σε μία ύπαρξη αρκούντως πεζή και ακατανόητη. Τι ήταν όλο αυτό που παρακολούθησα; Και τι είναι όλο αυτό που ζούμε; Ποιόν αφορά; Μας αφορά πραγματικά η προτιμάμε να το προσπερνάμε χαριτωμένα; Πάντα χαριτωμένα. Έχουμε ακόμα αυτή την πολυτέλεια; Την ικανότητα; Ευελιξία!!!

Κάποιες στιγμές που περπατάω στο κέντρο της Αθήνας… ειδικά τα ξημερώματα, νιώθω τη πόλη βουβή. Βουβή μόνο για λίγο. Στο όριο της μέρας με τη νύχτα. Τα πράγματα και οι άνθρωποι σταματάνε. Μόνο για μια στιγμή. Αφουγκράζονται με τρόμο και κρατάνε την αναπνοή τους. Μόλις βεβαιωθούν πως πράγματι ξημερώνει, πως ο κόσμος δεν καταστράφηκε ακόμα από τις αμαρτίες τους, η Γή ακόμα γυρίζει δεξιόστροφα και ξεδιάντροπα όπως πριν και ο ήλιος θα βγει και πάλι… αναπτερώνεται το ηθικό. Δεν είναι ώρα για μετάνοιες, (ήταν λίγο πριν, όταν δεν ήσουν ακόμα βέβαιος αν η γη θα καταστραφεί η όχι, αλλά πώς να κάνεις μετάνοιες όταν κρατάς την ανάσα σου!) δε πέθανα ακόμα, την έβγαλα και σήμερα. Θα μπορέσω να ξοδευτώ για μια ακόμη μέρα. Αύριο. Θα γαμηθώ και θα γαμήσω και αύριο. Θα φάω και θα πιώ, θα κλέψω και θα πω ψέματα. Αύριο. Για μια ακόμη μέρα θα είμαι και πάλι εγώ, σάπιος ως το κόκαλο χωρίς καμία τύψη. Πάντα οι άνθρωποι θα πιστεύουν πως έχουν μια μέρα ακόμα. Και πάντα θα αναβάλουν αυτό που πρέπει να γίνει. Αν χρειαστεί λοιπόν θα μετανοήσουν αύριο. Κανείς δε πεθαίνει τώρα. Έχεις ακούσει κανένα να πεθαίνει τώρα; Ποτέ… χθες ίσως… οι άνθρωποι πεθαίνουν χθες, αυτό είναι σίγουρο, το είπανε οι ειδήσεις. Χθες, κάπου στην ανατολική Μιανμάρ κάποιοι άγνωστοι πεθάνανε. Και μέσα στα επόμενα 100 χρόνια θα πεθάνουμε όλοι όσοι ζούμε αυτή τη στιγμή. Αύριο όμως κανένας, τώρα εγώ ζω και το χθες ήδη ξεχάστηκε. Έχω λοιπόν, τουλάχιστον μέχρι αύριο… για να διορθωθώ, αλλά καλύτερα να συνεχίσουμε τη κουβέντα… από αύριο.

Ε λοιπόν, και αυτά τα λόγια πάλιωσαν. Έκανα λάθος. Γιατι το αύριο ήρθε και μας χτυπά τη πόρτα. Δηλαδή έφτασε η ώρα της κρίσης και ο κόσμος ούτε καν κρατάει την αναπνοή του. Απλά διασπάτε και σκορπίζει. Όσοι μπορούν.

Φεύγω, φεύγεις, φεύγει.

Απογυμνώνεται η προσωπικότητα και μένουν οι πιο βασικές ζωικές ανάγκες, ούτε τρόμος, ούτε φωνές, ούτε δράματα όπως περίμενα... Η χώρα πεθαίνει σαν ένα κερί που σβύνει... τίποτα το εντυπωσιακό, τίποτα το θεατρικό. Απλά ένα παρατεταμένο πουφ. Τίποτα σπαραξικάρδιο. Ακόμα και οι πιο απελπισμένοι... οι πεινασμένοι... τους λείπει το πνεύμα για να ερμηνέυσουν έναν τελευταίο συνταρακτικό μονόλογο. Σωρέυονται στις αρτηρίες της πόλης σα τα ποντίκια, με το ίδιο απάνθρωπο ηλίθιο βλέμμα. Δε μπορείς καν να τους λυπηθείς. Φράζουν τις αρτηρίες της χώρας και το έμφραγμα έρχεται σιγά σιγά. Που είναι λοιπόν ο ωραίος θάνατος μας; Που είναι το δράμα μας; Ούτε για αυτό δεν είμαστε ικανοί;

Δεν είμαστε νέοι... Φταίει και αυτό. Είναι ποιητικό να πεθαίνει ο νέος. Μα εμείς είμαστε γέροι. Γέρασε η χώρα. Θυμόμασταν πολλά, πολυκαίριασε  και σάπισε η μνήμη μας. Πάθαμε σηψαιμία. Βλέπετε μόνο στη μνήμη, μόνο στο φαντασιακό είμασταν Κάποιοι... στο παρόν, στη πράξη είμασταν δειλά, ξιπαγμένα άτομα. Ένα κοπάδι απο άτομα χωρίς καν την αλληλέγγυα αίσθηση του κοπαδιού. Ο καθ' ένας μας κάπου αλλού...

Ίσως και απο πριν να ήταν άλλου. Ίσως ποτέ κανείς να μην ήταν εδώ. Εδώ που είμαι εγώ. Εκεί που είσαι εσύ. Το λέει άλλωστε και η απαγορευτική αρχή του Pauli (ποιητική αδεία εκφρασμένο). Δύο άτομα δεν μπορούν να καταλαμβάνουν ποτέ τον ίδιο χώρο. Την ίδια χώρα.

Φεύγω, φεύγεις, φεύγει.
ΦΤΑΝΕΙ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου