ΠΟΙΗΜΑ ΟΝΟΜΑΤΙ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Άνθρωπος και τραγωδία. Ο άνθρωπος είναι
τραγωδία.
- Τότε γιατί γελάμε;
- Γελάμε γιατί μπορούμε!
- Δεν με ικανοποιεί η απάντηση σου.
- Ούτε εμένα η ερώτηση σου. Δεν θα έπρεπε να
αναρωτηθείς για αυτό πάρα λίγες στιγμές πριν πεθάνεις. Αυτό αρκεί. Η όποια
απάντηση δε θα σε στεναχωρούσε για πολύ…Laughing Out Loud!
- Δεν αρκεί.
- Που το ξέρεις;
- Το υποψιάζομαι.
- Δεν ξέρεις τίποτα.
-
Το υποψιάζομαι.
- Το υποψιάζεσαι, το υποψιάζεσαι, αυτό είναι
γελοίο. Μην υποψιάζεσαι, γνώρισε.
- Είσαι πολύ αφαιρετικός δεν σε καταλαβαίνω.
- Πρέπει να γνωρίζεις και μετά να ξεχνάς.
- Με δουλεύεις;
- Σε αγαπώ
- Τι είναι αυτές οι μαλακίες τώρα! Βοήθησε
με.
- Εσύ… βοήθησε με.
-Δεν μπορώ.
-Δεν μπορώ.
- Τον αντίλαλο θα παίξουμε!
- ……….
- Δεν μιλάς. Είσαι πολύ των άκρων. Ή θα με
ζαλίζεις ή θα αδιαφορείς.
- Δεν είμαι εγώ στα άκρα, εσύ είσαι στη μέση.
ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ.
- Φοβάμαι.
- Αποφάσισες λοιπόν να φοβάσαι;
- Όχι
δεν είναι αυτό. Φοβάμαι να αποφασίσω.
- Και εγώ τι είπα; Αποφάσισες να φοβάσαι
λοιπόν!
- Στενόμυαλε… τα πράγματα δεν είναι ποτέ
απλά.
- Φοβητσιάρη.
- Σα μωρό κάνεις.
- Εγώ! Εσύ.
- Εγώ εσύ.
- Εσύ εγώ.
- Εσύ εγώ.
- ΟΙ δυο μας.
- ΟΙ δυο μαζί.
- Δυο
- Δυο
- Δυο.
- Λοιπόν!
- Τι λοιπόν!
- Που καταλήγουμε;
- Που θέλεις να πας;
- Απάντησε μου επιτέλους σε μια ερώτηση
καθαρά έστω για πρώτη φορά στη ζωή σου.
- Αυτό έκανα πάντα γλυκέ μου.
- Όχι με βασανίζεις.
- Και αυτό κάνω.
- Γιατί;
- Γιατί όχι;
- Γιατί δεν θέλω.
- Είσαι σίγουρος πως δε θες;
- Όχι.
- Πονάς όμως!
- Ναι
- Που πονά;
- Παντού.
- Τώρα γίνεσαι εσύ αφαιρετικός. Γίνε πιο
συγκεκριμένος. Θέλω να σε βοηθήσω.
- Πονάει η ψυχή μου ηλίθιε.
- Πρώτο γιατί με βρίζεις και δεύτερο… δεν
υπάρχει ψυχή
- Πρώτο είσαι μαλάκας και δεύτερο… δεν ξέρω,
δεν ξέρω, τίποτα.
(Πως πω μπόχα. όσο στεγνώνει η μπλούζα βρωμάει
και πιο πολύ)
- Γιατί μιλάμε;
- Δε θες;
- Έχει νόημα;
- Θες νόημα;
- ΝΑΙ
γαμώ το διάολο μου, θέλω νόημα.
- Τι μου δίνεις σε αντάλλαγμα;
- Το χρόνο μου.
- Φέρτα.
- Πάρτα.
- Που είναι το νόημα μου; Που είναι το νόημα
μου; Έφυγες χωρίς να μου δώσεις το νόημα
μου.
- Έφυγα χωρίς να σου δώσω το νόημα σου.
- Με κορόιδεψες.
- Σε κορόιδεψα.
- Δε φταίω εγώ με κορόιδεψαν. Είμαι γέρος,
κάποτε πριν χρόνια με κορόιδεψαν. Δε μου έδωσαν το νόημα μου.
- Ίσως αυτό να είναι το νόημα.
- ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΛΕΞΗ ΚΑΠΟΤΕ. ΔΕΝ
ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΩ ΟΥΤΕ ΝΑ ΤΟ ΓΡΑΨΩ. ΠΕΘΑΙΝΩ. ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑΙΝΩ ΟΥΤΕ ΝΑ ΤΟ ΓΡΑΨΩ. ΠΕΘΑΙΝΩ.
- ΠΕΘΑΙΝΕΙΣ.
- ΠΕΘΑΝΑ. ΔΕΝ ΠΡΟΛΑΒΑ ΟΥΤΕ ΝΑ ΤΟ ΓΡΑΨΩ.
Σ’ ένα μπαρ έχουν ξεμείνει δύο μπεκρήδες που κοιτιούνται εδώ και ώρα
χωρίς να μιλάνε. «Τώρα να κοιτάω σε καθρέφτη ή είναι πράγματι κάποιος άλλος
απέναντί μου» σκέφτεται ο καθένας τους. «Αν είσαι κάποιος άλλος έχεις πολύ
θράσος που με κοιτάς με αυτό τον τρόπο. Μουνόπανο». Φωνάζει ο ένας ξαφνικά με
μίσος. «Μεθύστακα» σκέφτεται απο μέσα του άλλος και ξινίζει με σιχασιά τα
μούτρα του. Στο τέλος το αίνιγμα λύνεται. Ο ένας λιποθυμά και ο άλλος
μουρμουρίζει χαμογελώντας με ευχαρίστηση: Δεν είσαι εγώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου